Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα καλλιτεχνικη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα καλλιτεχνικη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Φωτογραφία & Μουσική: Δύο Τέχνες, Μία Δημιουργική Ψυχή (Πώς η φωτογραφία και η μουσική συνδέονται βαθιά και εμπνέουν τη δημιουργικότητα)

 

Η εμμονή με τη λεπτομέρεια, η εξερεύνηση, ο πειραματισμός, η συνεχής βελτίωση και η ατομική έκφραση – αυτά είναι τα κοινά στοιχεία που μοιράζονται η μουσική και η φωτογραφία. Δύο τέχνες διαφορετικές, αλλά με βαθιές ρίζες που τις ενώνουν.


Φωτογραφία και Μουσική: Μια Σχέση Παράλληλων Κόσμων

Κάθε φορά που ολοκληρώνω μια αφηρημένη φωτογραφική σειρά, νιώθω την ανάγκη να τη "μελοποιήσω". Γιατί; Γιατί η φωτογραφία και η μουσική μοιράζονται την ίδια δημιουργική ενέργεια.

Το πρώτο κοινό τους; Τα χέρια.

  • Ο φωτογράφος νιώθει το βάρος και την υφή της κάμερας, κυνηγά την τελειότητα σε κάθε λήψη.
  • Ο μουσικός αγγίζει τις χορδές ή τα πλήκτρα, προσπαθώντας να βρει τον τέλειο ήχο.

Ο μουσικός ακούει. Ο φωτογράφος βλέπει.
Δύο αισθήσεις διαφορετικές, αλλά και οι δύο μετατρέπουν την πρώτη ύλη (φως ή ήχο) σε προσωπική ερμηνεία και αυτοέκφραση.


Η Δημιουργία ως Απόλαυση και Πρόκληση

Το πιο όμορφο κομμάτι; Η ίδια η διαδικασία.
Όπως και στη μουσική, έτσι και στη φωτογραφία:

  • Συνθέτουμε.
  • Υπομένουμε τις δοκιμές.
  • Επιμένουμε παρά τα λάθη.
  • Γιορτάζουμε κάθε επιτυχία.

Κάθε φωτογραφική ή μουσική εξερεύνηση μάς κρατά σε δημιουργική εγρήγορση. Πάντα υπάρχει κάτι νέο:

  • Ένα καινούργιο θέμα για φωτογράφιση.
  • Μια νέα τεχνική λήψης.
  • Ένα καινούργιο μουσικό κομμάτι που μας εμπνέει.

Αυτή η συνεχής αναζήτηση είναι το μεγαλύτερο δώρο για κάθε δημιουργό.


Η Μεγαλύτερη Στήριξη για Κάθε Δημιουργικό Πνεύμα

Η φωτογραφία και η μουσική δεν είναι μόνο τέχνες. Είναι τρόπος ζωής, ψυχοθεραπεία και μοναδικό μέσο προσωπικής εξέλιξης.
Η αλληλεπίδρασή τους τροφοδοτεί τη φαντασία μας και μας ωθεί να γινόμαστε καλύτεροι δημιουργοί και καλύτεροι άνθρωποι.

 

 

Man Ray

Ο Man Ray θεωρείται ιδιαίτερα σήμερα ένας από τους πιο καινοτόμους φωτογράφους του εικοστού αιώνα. Ανέπτυξε ως τεχνική τα φωτογράμματα, τα οποία ονόμασε «ακτινογραφίες» και πρωτοστάτησε στη φωτογραφία μόδας τη δεκαετία του 1920-1940 στο Παρίσι. Ο ίδιος δεν ήθελε να γίνει γνωστός ως φωτογράφος, αλλά ως ζωγράφος και καλλιτέχνης πάνω απ΄ όλα.

Η ερωμένη του Man Ray, Kiki de Montparnasse, ποζάρει με μια αφρικανική μάσκα. Ο διπλασιασμός των προσώπων συμβολίζει διαιρεμένα θέματα που αποτελούνται από το συνειδητό και το ασυνείδητο


Το πραγματικό όνομα του Man Ray ήταν Emmanuel Radnitzky, γεννήθηκε στη Φιλαδέλφεια στις 27 Αυγούστου 1890. Οι γονείς του ήταν Ρώσοι Εβραίοι μετανάστες. Αφού μετακόμισε στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, το 1912, η οικογένεια άλλαξε το όνομά της σε Ray ως αντίδραση στις εθνικιστικές διακρίσεις που επικρατούσαν τότε. Ο Emmanuel ονομάστηκε «Manny» και άρχισε να χρησιμοποιεί το όνομα του Man Ray.

Μετακόμισε στο Παρίσι το 1921, όπου το όνειρό του ήταν να αναμιχθεί με τους κύκλους του Ντανταισμού και του Σουρεαλισμού, αλλά αυτό δεν πήγε πολύ καλά.

Είχε σπουδάσει σχέδιο στο γυμνάσιο και αγόρασε αρχικά μια κάμερα γύρω στο 1915 μόνο και μόνο για να αποτυπώνει τους πίνακες του, αλλά σύντομα έμαθε να τη χρησιμοποιεί καλλιτεχνικά.

Βρήκε αρχικά δουλειά εστιάζοντας στα πορτρέτα για να βγάζει τα προς το ζην. Καθώς έψαχνε τρόπους να κερδίσει χρήματα γρήγορα, γνωρίστηκε με τον σχεδιαστή μόδας Paul Poiret. Ο Poiret ήθελε το ανθρώπινο στοιχείο που δεν είχαν οι ζωγράφοι και ο Man Ray βρήκε μια θέση στη φωτογράφηση μόδας του Poiret.

Η φωτογραφία μόδας δεν ήταν πολύ δημοφιλής στις αρχές του περασμένου αιώνα, καθώς ήταν δύσκολο να ανταγωνιστείς τους εικονογράφους που είχαν κυριαρχήσει στον χώρο της μόδας.

Επίσης η εκτύπωση φωτογραφιών ήταν ακόμη πιο δύσκολη αλλά και δαπανηρή εκείνη την εποχή.

Η φωτογραφία μόδας δεν ήταν εύκολη πριν από εκατό χρόνια και καθώς ο Man Ray τελειοποιούσε τη φωτογραφία του, άρχισε να εξαπλώνεται η υψηλή ποιότητα των φωτογραφιών του. Άρχισαν λοιπόν να τον προσεγγίζουν μεγάλα τότε ονόματα στον χώρο της μόδας όπως:  Madeleine Vionnet, Coco Chanel, Augusta Bernard, Louise Boulanger, και Elsa Schiaparelli, αλλά και περιοδικά μόδας όπως Vanity Fair, French Vogue και το Harper's Bazaar.

Ως καλλιτέχνης εργάστηκε σε διάφορα είδη ζωγραφική, γλυπτική, χαρακτική. Δεν του άρεσε η ονομασία «φωτογράφος». Οι φωτογραφίες γυναικών υψηλής ραπτικής που έβγαζε στο Παρίσι ήταν να πληρώσουν το στούντιο, τα χρώματα και τα πινέλα του, είπε.


Στο Παρίσι το 1940 ο Γερμανός Wehrmacht ξεκίνησε την είσοδό του σημαίνοντας το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο στη Γαλλία. Τότε ο Man Ray κατέφυγε στις ΗΠΑ και το Χόλιγουντ. Ο Man Ray δεν απολάμβανε ποτέ την εμπορική φωτογραφία και ανησυχούσε ακόμη περισσότερο ότι θα θεωρούταν ως άλλος εμπορικός φωτογράφος και όχι καλλιτέχνης.


Σκεπτόμενος όλα αυτά, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη φωτογραφία μόδας, παρόλο που αυτό θα ήταν πολύ επικερδές στο Χόλιγουντ, δεδομένης της φήμης και της εμπειρίας του στην πρωτεύουσα της μόδας του κόσμου. Έμεινε στο Λος Άντζελες από το 1940 έως το 1951 και κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου επικεντρώθηκε στη ζωγραφική παρά στη φωτογραφία.

Ο Man Ray ήθελε πάντα να επιστρέψει στο Παρίσι και τελικά το έκανε το 1951. Εκεί συνέχισε τη δημιουργική του πρακτική με διάφορα μέσα. Αναδημιουργεί ακόμη και παλαιότερη δουλειά με νέες μορφές. Πέθανε στο Παρίσι το 1976 από πνευμονική λοίμωξη.


Το κοινό σημείο μεταξύ Punk, Φωτογραφίας και Graffiti

 

Πανκ και γκράφιτι επανενώνονται σε μια έκρηξη τέχνης, καθώς οι καλλιτέχνες δρόμου αναδημιουργούν τις εμβληματικές φωτογραφίες της για μια εξαιρετική έκρηξη της τέχνης, καθώς οι διάσημοι καλλιτέχνες του δρόμου αναδημιουργούν τις εμβληματικές φωτογραφίες της Janette Beckman από την πλούσια πανκ σκηνή της Αγγλίας για το "The Mashup 2" σε μια σειρά περιορισμένων εκτυπώσεων μεταξοτυπίας.

Πολλοί άνθρωποι συνδέουν το γκράφιτι με το χιπ χοπ. Όμως, οι πραγματικοί δημιουργοί γκράφιτι γνωρίζουν ότι η τέχνη προηγείται της εμφάνισης του hip-hop κατά περίπου μισή δεκαετία.

Οι πρώτοι δημιουργοί γκράφιτι ήταν οπαδοί της ροκ και της funk μουσικής, μερικοί δε ερωτεύτηκαν την πανκ σκηνή στα μέσα της δεκαετίας του '70, καθώς ενσαρκώθηκε μουσικά αυτή η ωμή και μη καθιερωμένη αντίληψη που τα γκράφιτι ως κίνηση διακήρυτταν.

 

Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970, τα γκράφιτι μετέτρεψαν την Νέα Υόρκη καθώς οι συγγραφείς ζωγράφιζαν αριστουργήματα, μετατρέποντας κάθε γυμνή επιφάνεια σε σελίδα από ένα αυτογραφικό βιβλίο.

Την ίδια περίοδο η Βρετανή φωτογράφος Janette Beckman ξεκίνησε το Kingsway Princeton School διδάσκοντας φωτογραφία σε μια ομάδα εφήβων μόλις λίγα χρόνια μικρότερους από αυτήν. Η χρονιά ήταν το 1976 και ένας μαθητής με το όνομα John Lydon είχε μόλις εγκαταλείψει το σχολείο για να μπει στους Sex Pistols.

Η αλλαγή έπαιρνε σάρκα και οστά.

Σε μια εποχή που το Ηνωμένο Βασίλειο στράφηκε σε μαζική ανεργία και οικονομική απελπισία, το πανκ μίλησε προς τον λαό ενώ αποδοκίμαζε τους αρωγούς και υποστηρικτές της βασιλείας και πλουτοκρατίας.  


«Ήταν μια εξέγερση εναντίον της βασίλισσας και της χώρας», λέει η Beckman, η οποία μόλις είχε κυκλοφορήσει το The MashUp 2: Punk Photographs Remixed, μια νέα σειρά εκτυπώσεων μεταξοτυπίας περιορισμένης έκδοσης από δέκα σύγχρονους καλλιτέχνες, συμπεριλαμβανομένων των Shepard Fairey, Cey Adams, Mike Giant και Ian Wright.

Οι καλλιτέχνες κλήθηκαν να επιλέξουν εμβληματικά πορτρέτα όπως των Joe Strummer, Debbie Harry, Dee Dee Ramone και Billy Idol από το διάσημο αρχείο της Beckman και να φανταστούν τους ήρωές τους μέσα από πιο μοντέρνα μάτια.

Όταν ήρθε το πανκ, δεν υπήρχε μέλλον καθώς λέει και το τραγούδι των Sex Pistols. Οι άνθρωποι περπατούσαν καταθλιπτικά. Τότε ξαφνικά κοίταζες έξω και υπήρχαν αυτά τα καταπληκτικά δημιουργήματα μαζί με την μεγάλη έκρηξη της πανκ μουσικής.

 

Χρησιμοποιώντας μια φθηνή ρωσική κάμερα Rollei, η Beckman ξεκίνησε να φτιάχνει πορτραίτα μιας νέας γενιάς που δημιούργησε νέες μορφές μουσικής, μόδας και τέχνης για να εκφραστεί.

 «Δεν ήταν ότι έπρεπε να περάσεις χρόνια μελετώντας κλασική κιθάρα για να ανέβεις στη σκηνή, ήταν να αρχίσεις να χτυπάς την κιθάρα σου και να κάνεις θόρυβο. Ήταν για να έχεις φωνή, να μιλάς για τη ζωή τους και τι συνέβαινε στη χώρα. Δεν είχε επιτραπεί ποτέ να το γίνει αυτό πριν. «λέει η Beckman».

 

Η Beckman συγκέντρωσε ένα χαρτοφυλάκιο των φωτογραφιών της και τις έφερε στο Sounds, μια εβδομαδιαία ποπ / ροκ εφημερίδα. Η συντάκτρια Vivien Goldman, γνωστή τώρα ως «καθηγήτρια του Πανκ», την προσέλαβε αμέσως, και η Μπέκμαν φωτογράφησε τους Siouxsie and the Banshees εκείνο το βράδυ.

Η Beckman αργότερα πήγε στο Melody Maker όπου συνέχισε να φωτογραφίζει την ανερχόμενη πανκ σκηνή νεανικές φυλές όπως skinheads, rockabilly, ska, 2-Tone, reggae και Mods. Ήταν πολύ πολιτισμικά αναμεμιγμέν όλα αλλά και όλα ήταν αποδεκτά.

 

 

Μέγεθος Αισθητήρα

Γιατί έχει σημασία το μέγεθος;

Ο μύθος των megapixel, που ολοένα αυξάνουν με τον καιρό χωρίς να έχουν ουσιαστικά νόημα και που βάσει αυτής της αύξησης έχουν πουληθεί εκατομμύρια κάμερες πρέπει να απομυθοποιηθεί, αν και  οι καταναλωτές λίγο λίγο αρχίζουν να υποψιάζονται και να κατανοούν περισσότερα. 

Όλοι έχουμε δει ασυνήθιστα απογοητευτικές εικόνες από κάμερες με υψηλά megapixel και γνωρίζουμε ότι μετά από ένα σημείο, τα megapixel δεν έχουν καμία σημασία. Σε compact το μέγεθος 16 MP δεν πρόκειται ποτέ να είναι τόσο καλό όσο σε μια Full Frame DSLR με 12 MP, και αυτό που έχει σημασία είναι το μέγεθος του αισθητήρα!

Crop frame (1η φωτό)  και Full frame (2η φωτό) αντίστοιχα

Crop frame (1η φωτό)  και Full frame (2η φωτό) αντίστοιχα

Γιατί είναι λοιπόν σημαντικό το μέγεθος του αισθητήρα;

Το μέγεθος του αισθητήρα καθορίζει εν τέλει πόσο φως θα χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία μιας εικόνας.

Με πολύ απλούς όρους, οι αισθητήρες εικόνας (το ψηφιακό ισοδύναμο του φιλμ που χρησιμοποιούσαν στο παρελθόν οι αναλογικές κάμερες) αποτελούνται από εκατομμύρια ευαίσθητες στο φως κηλίδες που ονομάζονται φωτοστοιχεία και χρησιμοποιούνται για την καταγραφή της πληροφορίας όσον αφορά στο τι φαίνεται μέσω του φακού. Επομένως, είναι λογικό ότι ένας μεγαλύτερος αισθητήρας μπορεί να αποκτήσει περισσότερες πληροφορίες από έναν μικρότερο και να παράγει μεγαλύτερη πληροφορία.

Σκεφτείτε το με παράδειγμα, εάν είχατε μια compact κάμερα με έναν τυπικά μικρό αισθητήρα εικόνας, θα είχατε περιορισμένη εμβέλεια από έναν άλλον φωτογράφο μιας DSLR με τον ίδιο αριθμό megapixel αλλά έναν πολύ μεγαλύτερο αισθητήρα και με τη δυνατότητα της μηχανής του να συγκεντρώσει περισσότερες πληροφορίες.

Οι φωτογράφοι με DSLR θα μπορούν να βγάλουν φωτογραφίες με καλύτερη δυναμική εμβέλεια, λιγότερο θόρυβο και βελτιωμένη απόδοση χαμηλού φωτισμού από τον μικρότερο αισθητήρα. Αυτό, όπως γνωρίζουμε, κάνει την δουλειά του φωτογράφου καλύτερη.

Οι μεγαλύτεροι αισθητήρες επιτρέπουν επίσης στους κατασκευαστές να αυξάνουν την ανάλυση των φωτογραφικών μηχανών τους, που σημαίνει ότι παράγουν εικόνες με λεπτομέρεια χωρίς να μειονεκτούν κατά πολύ σε ποιότητα εικόνας. Δείτε όμως ένα παράδειγμα: Μια Full Frame (ολόκληρο κάδρο) κάμερα με 36 megapixel θα είχε παρόμοιο μέγεθος pixel με μια κάμερα APS-C (Crop κομμένο κάδρο) με 16 megapixels.

Αλλά νόμιζα ότι τα megapixels δεν είχαν σημασία!!!

Τα Megapixels είναι ένα παθιασμένο θέμα για τους φωτογράφους. Είναι ένα μόνιμο θέμα ισάξιο του: "ποια είναι καλύτερη, Canon ή Nikon;"

Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι κανείς δεν χρειάζεται περισσότερα από 16 megapixel Full frame (πριν από μερικά χρόνια ήταν οκτώ), ενώ άλλοι είναι της άποψης ότι η λεπτομέρεια αντισταθμίζει το θέμα του θορύβου αλλά και της επιπλέον ισχύς του  επεξεργαστή του υπολογιστή που απαιτείται για την επεξεργασία μεγάλων αρχείων που παράγουν οι full frame αισθητήρες οπότε και υποστηρίζουν τους Crop αισθητήρες.

Η αλήθεια είναι ότι θα είναι πάντα την διαφορά θα την κάνει αυτό που ο κάθε φωτογράφος θέλει να πραγματοποιήσει πχ 

Θες να κάνεις μεγάλες εκτυπώσεις? Θες MP δλδ full frame, 

Συνήθως κάνεις γενναία crop? Θες full frame, 

Θέλεις ανάλυση? Θες crop αισθητήρα, 

Κάνεις κανονικού μεγέθους εκτύπωση? Θες crop αισθητήρα. 

*Βεβαίως μεγάλο ρόλο παίζει (και θα παίζει σε κάθε παράμετρο) ο φακός.

Μεγάλος αισθητήρας

Όπως όλα τα πράγματα έτσι και οι μεγάλοι αισθητήρες έχουν τα καλά και τα καλά τους. Το καλό είναι ότι σου δίνουν υψηλή ανάλυση, το κακό, είναι ότι πιάνουν μεγάλο χώρο στην μηχανή και κατ’ επέκταση και στον φακό. Ένα μεγάλο πρόβλημα κατασκευαστών smartphones σχετικά με τους μεγάλους αισθητήρες είναι ότι καταλαμβάνει μεγάλο μέρος της συσκευής τόσο αυτός όσο και ο φακός θέλουν όμως να διατηρήσουν το μέγεθος του smartphone σε μέγεθος τσέπης (έστω και οπίσθιας). Επίσης το κόστος της παραγωγής αλλά και της πώλησης θα εκτοξευόταν.

Γενικά νομίζω θα θέλαμε σαν καταναλωτές μεγαλύτερη πληροφόρηση και διαφάνεια σε ότι αφορά τον αισθητήρα που «φοράει» ένα smartphone από τους κατασκευαστές, αλλά και σχετική ανάλυση και πληρέστερη εικόνα από τους μεταπωλητές λιανικής, πληροφορίες σχετικά με το μέγεθος του αισθητήρα με τρόπο κατανοητό και σαφή επιτρέπει στον καταναλωτή να ξέρει με σαφήνεια τι αγοράζει. 

Γενικά όμως καθώς η τεχνολογία αισθητήρων καλπάζει, βλέπουμε πολύ καλύτερη απόδοση από τους μικρότερους αισθητήρες, αλλά σίγουρα οι μεγαλύτεροι θα είναι πάντα καλύτεροι. Βέβαια δεν ξέρουμε εμπορικά αν η βελτιωμένη ποιότητα εικόνας δικαιολογεί τη μεγαλύτερη συσκευή αλλά και την αύξηση τιμής. 

 

Όπως πάντα καλές λήψεις και σοφές αποφάσεις επιλογής αισθητήρα στην επόμενη αγορά της νέας σας κάμερας εύχομαι!!!

 

 

 

 

Private Views Photographs by Barbara Crane

 

Η Barbara Crane (19 Μαρτίου 1928 - 7 Αυγούστου 2019) ήταν Αμερικανίδα  καλλιτέχνης φωτογράφος γεννημένη στο Σικάγο του Ιλινόις. Γνωστή για το πειραματικό και καινοτόμο έργο της που αμφισβητεί την ευθεία φωτογραφία ενσωματώνοντας αλληλουχία και επαναλαμβανόμενα πλαίσια.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ξεκίνησε ένα φωτογραφικό έργο το οποίο πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια διαφόρων θερινών φεστιβάλ του Σικάγου. Με Polaroid, η Crane πλησίασε το κοινό και επικεντρώθηκε στην καταγραφή των λεπτομερειών ρούχων, μαλλιών και χειρονομιών. Οι φωτογραφίες έχουν υποστεί ένα τολμηρό crop, οπότε σκόπιμα το βλέμμα παρακολουθεί ένα συνονθύλευμα ανθρώπων που τρώνε, πίνουν και απολαμβάνουν τη ενέργεια του χώρου 

 

 

 

Ιδιωτικές χειρονομίες σε δημόσιους χώρους που μιλάνε τη γλώσσα της ανθρώπινης σύνδεσης.

 

 

 

Η συλλογή Private Views προσφέρει μια έντονη, και αστραφτερή φωτογραφική εμπειρία. Το αποτέλεσμα είναι μαγευτικό και έντονα συναρπαστικό. Υπάρχει ένας αισθητός αισθησιασμός από εικόνα σε εικόνα που εκφράζει την δημόσια έκφραση της ευφορίας.

 

 

 

Αυτές οι αυθόρμητες στιγμές που έχουν συλληφθεί πολύ όμορφα από τα εξίσου αυθόρμητα αντανακλαστικά ενός καλά εκπαιδευμένου καλλιτέχνη που ήξερε ότι έπρεπε να φωτογραφίσει πρώτα και στη συνέχεια να ζητήσει άδεια (την οποία έπαιρνε σχεδόν πάντα).

 

 

 Private Views Photographs by Barbara Crane